ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ

 

 

Ιδιωτική  έκδοση
Δεκέμβριος 2010


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

H Πρώτη Κατάθεση
είναι η πρώτη μου απόπειρα
να κοινωνήσω την ψυχή μου μαζί σας
 μέσα από στίχους που χρόνια πολλά ανάβλυζαν από μέσα μου σαν γάργαρο νερό.
Με ξάφνιαζαν, με προβλημάτιζαν,
 με καθησύχαζαν, με χάιδευαν, με δρόσιζαν και με ζέσταιναν.
Έρχονταν από το παρελθόν
 και φεύγανε στο μέλλον,
 μιλούσαν τόσο για γνωστά
 όσο και για άγνωστα
 τα οποία αργότερα
 φανερώνονταν στο διάβα μου.
Πάντοτε μου έδιναν
 το στίγμα του βηματισμού
 και μου χάραζαν πορεία
 κι εγώ αναθάρρευα
 και χαιρόμουν της κοινωνίας το φιλί.
Ένοιωθα την Παρουσία
 και επιβεβαίωνα σταδιακά
 την σοβαρότητα των νοημάτων
 που το ξεδίπλωμα των λέξεων έπλεκε.

Αυτός ήταν ο λόγος
 που δεν βιάστηκα να τα παρουσιάσω,
 τα θεωρούσα πολύ ιερά
 για να περάσουν σαν απλά ποιήματα,
 μιας αδούλευτης λογοτεχνικά διατύπωσης, γραφικά χαμένα μέσα στην πλημμυρίδα των ποιητικών εκδόσεων
 που, βέβαια, πληρώνονται
 από τους ίδιους τους ποιητές.
Αρκέστηκα να τα απαγγέλω
 σε λίγους φίλους και φίλες της καρδιάς
 που κοινωνούσαν μαζί μου τον ήχο τους, την δόνησή τους,
 αν και όχι πάντοτε το νόημα που είχαν αυτό καθαυτό.
Κάποια από αυτά υπάρχουν σε Ανθολογίες και ελάχιστα
 παρουσιάστηκαν με απαγγελία
 στις αντίστοιχες ποιητικές εκδηλώσεις.
Όμως, είναι τόσο πολύτιμα για μένα,
 ώστε
 η κάθε εκ προοιμίου πιθανή ανάμιξη, γλωσσική ή συντακτική τροποποίηση

 και προφανώς
 μια ξένη προς πολλούς φιλολόγους
 και επιμελητές  κειμένων
 εννοιολογική προσέγγιση
 ενείχε τον κίνδυνο
να αλλάξει η κραδασμική τους κατάσταση.
Είναι δόνηση αυτά τα γραπτά,
 είναι αισιοδοξία, ελπίδα, χαρά!
Μα πάνω από όλα
 είναι Πίστη στην εντός ημών
 Πανταχού  Παρούσα Παρουσία!
Και ως τέτοια, είναι Αγάπη!

Με όλη μου την καρδιά σας τα παρουσιάζω.
Σαν μια ανθοδέσμη που χαρίζω,
 στιγμιαίο συνταίριασμα μορφών, χρωμάτων και αρωμάτων
Σπονδή στον Κόσμο του Φωτός
 που Είναι μέσα μας!

Άννα Κασάπη
Λυγερή
Δεκέμβριος 2010

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Θέλω να πω ένα μεγάλο Ευχαριστώ
στην φίλη αδελφή Τασούλα Σίσκου
που με την αδιάλλειπτη Αγάπη της
Υπάρχει για μένα.
Συνοδοιπορούσα στον Δρόμο τον Φωτεινό
αποτελεί φανό στην πορεία μου
 στα ποιητικά μονοπάτια
ακούγοντας, διαβάζοντας
 και επιβεβαιώνοντάς μου
 την πηγή με το αποτέλεσμα…
Ηρεμία, γαλήνη, ελπίδα!
Χάρη στην παρότρυνσή της
 υλοποιήθηκε
η  ΠΡΏΤΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ της ψυχής μου σε έντυπη μορφή.
Για τα Χριστούγεννα του 2010!

Τασούλα,
Χρόνια Πολλά!




Στα εγγόνια μου
Ναταλία  Δημητράκη  και Μέλια 

 

                          



ΧΑΡΑ















H  KAMΠΑΝΑ
Αυτή την καμπάνα την μεγάλη
εγώ την άκουγα
χτύπαγε μέλι και με φίλευε
βάλσαμο και με γιάτρευε
σήμαIν’ ελπίδα και με πόρευε
λιμάνι και με μάγευε
Αυτή την καμπάνα την μεγάλη
εγώ την έζησα
ζωή την έκανα
ψωμί την έπλασα και  την εμοίρασα
Αυτή την καμπάνα την ορθρινή
εγώ την έκανα ανατολή
μέρα δροσάτη και γιορτινή
αιώνια φλόγα σημερινή
Αυτή την καμπάνα την μεγάλη
εγώ την ζωγράφισα
την τραγούδησα και τη χόρεψα
την έπλεξα και την κέντησα
Αυτή την καμπάνα
εγώ την εβάφτισα
Χαρά τη λένε!!


ΚΑΤΑΣΤΑΛΑΓΜΑ
Κάνω αυτό που με καλεί
 προς τη Χαρά να πάω
Κρατώ τη σκέψη ούρια
 όλο μπροστά κοιτάω
Ρωτάω και ξαναρωτώ
 τον Εαυτό μου μόνο
Λαμβάνω μήνυμα χρυσό
 και με πετράδια πάνω
Στόλισμα κάνω στα μαλλιά
 και γάμου δαχτυλίδι

Ένωση Μία Μόνη πια
η Παναγιά ορίζει!


XAΡΑ  ΜΟΥ
Πανίσχυρη κι ατίθαση
στέκεις ορθή Χαρά μου!
Δείχνεις τον δρόμο με σπαθί
τον σκάβεις με ξινάρι
Ματώνεις πρώτη στα καρφιά
που σφήνωσαν στη ρούγα
Κάνεις το αίμα σου νερό
μαλάκωμα στο χώμα
Και τα καρφιά τα μυτερά
γέρνουν και προσκυνάνε
Λιπαίνουν σίδερο βαθιά
ανθούς για να βλαστήσουν
Τα λούλουδα σα θε να βγουν
ποτέ δεν θα πεθαίνουν
Στολίδι δρόμου θα γενούν
κάλεσμα Θείου Νόμου
Κανείς ποτέ δεν θ’αρνηθεί
να πάρει μονοπάτι
Αφράτο χώμα Μάνας Γης!
Ανθόσπαρτος διαβάτης!



ΠΡΟΣΤΑΓΜΑΤΑ
Δροσοσταλάγματα καρδιάς
 στο βλέμμα και στα χείλια
σκορπίζουνε προστάγματα
 μέσα στου νου τα φύλλα

Τα κατεβάζουν στης ψυχής
 τα μύρια σκαλοπάτια
φωτίζοντας τα σκοτεινά
 τ’ ανήλιαγα τα κάστρα

Φωλιάζουν ανασαίνοντας
 νέας πνοής τον δρόσο
αρνούνται να ξανανεβούν
 αφήνοντας τον ζόφο

Ανοίγουνε παράθυρα
 καταπακτές και πόρτες
φωνάζουν μέσα τα πουλιά
 μήπως και βρούνε δρόμο

Χαμογελούνε κλαίγοντας
 γλυκά και προσκαλούνε
χαρές που λησμονήσανε
 τα ύψη να θωρούνε

Νοιώσανε πως κατάφερε
 το Φως να αχνοφέξει
σε βάθη δυσθεώρητα
 και τώρα πως θα τρέξει

στα μονοπάτια η Χαρά
 ανοίγοντας τον Χώρο
που μόνη αυτή Βασίλισσα
κυκλοφορεί με Νόμο!


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ
Χρόνους πολλούς περίμενα
αρχή για να προστάξει
Το νήμα με ξετύλιγμα
δρόμο ζωής να φτιάξει
Ερώταγα μ’υπομονή
κι αγνάντευα ανατολή
Κουβάρι μέρες σώριαζα
γραμμές μολύβι χόρταινα
Τώρα η δύση μήνυσε
γράμμα βιβλίου θύμισε
Τα χρώματα του δειλινού
ταίριασαν με του πρωϊνού
Αρχή και τέλος με φορά
άλλαξαν πόλο
Τι Χαρά!!


ΠΑΡΟΝ
Παρήλθαν ανεμπόδιστα
στρατιές αρχόντων κάστρα
άφησαν χνάρια σε χαρτιά
δώρα σ’ εικονοστάσια
Άφησαν και τον άνεμο
να σιγοτραγουδάει
την κόρη να στολίζεται
και να χρυσοκεντάει
Θέλει φωνή για να τα πει
χρώμα να ζωγραφίσει
τον ουρανό να κατεβεί
τη γη για να φωτίσει
Θέλει χαρά για να διαβεί
κατώφλι να περάσει
πόρτα ολάνοιχτη να μπει
καρδιά να αγκαλιάσει

Θέλει αρραβωνιάσματα
με του Θεού τα θαύματα!


                      




ΑΙΩΝΕΣ
















ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Κι αν ίσως και να τo’ θελες
του κόσμου τα γραμμένα
να τα χαρείς απλόχερα
τις θλίψεις τις στερήσεις

Να τις γευτείς ολόκληρες
για όλη τη ζωή σου…

Προστάζω σε την ώρα αυτή
που σήμαντρα σημαίνουν
καμπάνες κατευόδιαστες
να πάρεις το στεφάνι!

Αγγέλου χέρι θα γενεί
για να το στεφανώσει
αυτό το δαφνοσκέπαστο
το δάκρυνο το βλέμμα

Λίμνη μεγάλη και χρυσή
τα μάτια θα γενούνε
γαλήνη αγάπη και χαρά
τριγύρω θα σκορπούνε

Γεμάτος ο Αυγερινός
ολόγιωμη κι η Πούλια!
ήλιοι, φεγγάρια και πουλιά
παντού θα διαλαλούνε

Την Δόξα που εμέλετο
να έρθει με Αγάπη!


ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Τι θάλεγες λοιπόν
αν ξανάπιανες την πέννα…
Τι θάλεγες αν άνοιγες
το παράθυρο στον κόσμο…
Ρωγμές που ανασαίνουνε
θολά κλαμμένα μάτια
Ανάσα περιμένουνε
φρυάξανε θαρρείς…
Παλαίψαν σκοτωθήκανε..
μα άνοιξαν την πόρτα..
Δειλά δειλά πλησιάσανε
να δουν τη σιωπή…
τα θαύματα που έκρυβε..
Κι αν Ίσως πάλι ακόμα
δεν στεριωθήκανε ορθοί..
Αφήνουνε τα μάτια
και παίρνουν την αναπνοή…
Λυπήσου την σελίδα πούμεινε  ατελείωτη
και γύρνα την ξανά
Η τελευταία της γραμμή
μπορεί να είν’ Αιώνια!


ΕΛΠΙΔΑ
Ελπίδα ηλιοφώτιστη!
Παντοτινή Μητέρα
της χάρης σου της μυστικής
της Πίστης στον Πατέρα!

Εφύλαγε μες την καρδιά
ώρα ευλογημένη
του κόσμου τούτου τα δεινά
 να λύσει μαγεμένη..

Αχολογούσ’ αγόγγυστα
και δάκρυζε μιλώντας
στη στέρνα μέσα της σιωπής
στους τοίχους που εβρόντα..

Δοξάστηκε και δόξασε
φίλησε τα στερνά της!
σπηρούνιασε στον άνεμο
τα κρίνα όνειρά της!

Τα σμίλεψε με το σπαθί
τ’ ακόνισε με τ’ άστρα
και τα φανέρωσε με μιας
ολόκληρα και άσπρα!

Κι αυτά αποφασίσανε
πως έφθασε η ώρα
να πάρουνε και τη σειρά
και της Ευχής τη Φόρα



Η  ΑΓΑΠΗ
Η Αγάπη ζωντανή
κλώθει μέσα στην ψυχή
στην Αλήθεια της γυρίζει
την πληγή της την ανοίγει

Την βουτά μες το νερό
το νερό το δροσερό
στην πηγή αιματοβαμμένη
κόκκινη κλωστή δεμένη

Γάργαρο δροσάτο νάμα
της καρδιάς το πρώτο κλάμα
δρόμο παίρνει δρόμο αφήνει
μένει ο πόνος στο μαντήλι

Πέρασε πολύς καιρός
και ο χρόνος ο γιατρός
έκλεισε σημάδια χρόνια
στον προηγούμενο αιώνα

Έγραψε φύλλα σωρό
στο βιβλίο το καλό
τα συνταίριαξε με δάκρυ
πού’ βαλε μετά στην άκρη

Τά’ βαλε στου νου τα βάθη
σφράγισε όλα τα πάθη
και ζωγράφισε σταυρό
στον κοιτώνα τον λευκό

Μάζεψε λουλούδια φίνα
λεμονιάς ανθούς και κρίνα
έπλεξε ναούς στεφάνια
κι έστειλε σωρούς φιρμάνια

Καλοκάμωτο σκαρί
μες τη λίμνη τη χρυσή
με τον ήλιο το φεγγάρι
είναι πάντα σε Λιμάνι!



Η  ΓΛΩΣΣΑ  ΤΗΣ  ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Θέλεις σκοτάδι
Θέλεις φως
Θέλεις βαθύ πηγάδι
Να πας και νάρχεσαι καλώς
Να βάλεις και σημάδι
Να καρτεράς κάθε στιγμή
Σαράντα μάτια νάχεις
Να προστατεύεις την τιμή

Έχεις πολλά να μάθεις!



Η  ΣΠΙΘΑ

Μια αστραπή στ’ ανώγεια
άναψε τον σπινθήρα

Χαραγματιές μες το χαρτί
απ’ του σπαθιού την πείρα

Μα ξαφνικά κάτι κουκιά
και κάτι ήχοι απ’ τα παλιά

Ερίξανε νερό
 στης σπίθας τον χορό
κι αφήσανε σωρό
 τις λέξεις αφτιασίδωτες
στης πέννας τον καιρό!



ΚΑΡΔΙΑ
Ελάλησε ο πετεινός
χαιρέτισε τη μέρα
και η ψυχή αφέθηκε
στο φύσηγμα του αγέρα

Έστρωσε κάτω τη σοδειά
του νου του χορτασμένου
με μονοπάτια και δεσμά
βέλη του πεπρωμένου

Φώναξε μέσα την καρδιά
που σιγοτραγοτραγουδούσε
την μελωδία της χαράς
κι ασημοκεντούσε

Περίμενε την συμβουλή
τι τάχατες να κάμει
την ώρα που ερχότανε
με βήμα καβαλάρη

Κι εκείνη της παράγγειλε
αυτά που αιώνια λέει
εάν της δώσουνε σειρά
για να τα απαγγέλει

Πάρε μολύβι και χαρτί
και μέτρα τα καλά σου
ατένισε με φωτεινό βλέμμα
την αρμαθιά σου

Αγάπησε τον κύρη σου
φίλησε την κυρά σου
ύμνησε δοξολόγησε
με την περπατησιά σου!




ΛΥΤΡΩΜΟΣ
Λιμάνια λήθης και καυμοί
σταλάγματα απείρου
στολίσανε με άρματα
την αγκαλιά του ονείρου

Πλαστήκαν για να φέρουνε
το γύρισμα του χρόνου
ανάσα μες το μισεμό
του περιττού του χώρου

Νανούρισαν και τη χαρά
στην κούνια γεννητούρι
αλλάξανε και τα πανιά
στου νου το τρεχαντήρι

Ανοίξανε παράθυρα
στον καθαρό αέρα
αγέρωχα ατένισαν
του ορίζοντα τη μέρα

Χαιρέτισαν στρατιωτικά
παράγγειλαν σημαία
σημάνανε τα σήμαντρα
γιορταστικά ωραία

Ακούστηκε αλαλαγμός
απ’ της ψυχής τη χώρα
που χειροκρότησε θερμά
του Λυτρωμού την ώρα!


                          



ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ














ΣΧΑΣΗ
Εγώ δε ζω στ’ ανίερα σκοτάδια
των χαμένων δαιδάλων
δρόμων κρίματα

Πυροβολώ τα μίση
διαλύω ένοχες σκιές
φαντάσματα τ’ονείρου

Δρόμος δικός μου
ο Άρχοντας
καθάριο βλέμμα Πλάστη
στάχτες και κύκλοι χάνονται
βασίλειο φως η Σχάση!


ΧΡΩΜΑΤΑ
Όλο αυτό το ανθρώπινο κομμάτι
που δάκρυα ξεσπά και πάχνη
βγαίνει ο ήλιος και το παίρνει
στο άρμα του το γυροφέρνει
το λούζει με τα χρώματα
τα γιατρικά τ’ αλλιώτικα
το παίρνει σπίτι άρρωστο
και το γυρίζει άλικο
τριαντάφυλλο μες την καρδιά
μπουμπούκι φίνο στα σκαριά
μοσχοβολά απανεμιά
και στάζει μέλι στη μιλιά

Η Προσευχή στην Παναγιά
κρατάει όλα τα κλειδιά
τα δένει σε μια αρμαθιά
που την κρεμάει στα ψηλά
και η Ζωή στα χαμηλά
κοιτάει ίσια και μπροστά!


ΤΟ  ΤΕΛΟΣ  ΤΩΝ  ΗΜΕΡΩΝ
Αρνούμαι!
Να προχωρώ δίχως να σκέφτομαι
να σκέφτομαι δίχως να πράττω

Αρνούμαι!
Το νέο πούναι μάταιο
πρόχειρο και βιαστικό
τρεχάτο και απατηλό

Αρνούμαι!
Το τίποτε στο πουθενά
και το παντού στα πάντα

Αρνούμαι νά ’μαι άλλη κι όχι εγώ!


METΡΟ
Θιασώτες και πολέμιοι
 σηκώνουν τα μαχαίρια
ένας τον άλλο σφάζουνε
λερώνουνε τα χέρια
Τα δύο άκρα χρήζουνε
γέφυρα να απλώσουν
λεπτό σκοινί αόρατο
στα δύο να τεντώσουν
Οι κόσμοι θα συναντηθούν
στη μέση θα φιλιώσουν
θ’ αγκαλιαστούν με προσταγή
το μέτρο να δηλώσουν
Αλήθεια που λατρεύουνε
μισή θα είναι μόνο
άλλη μισή γυρεύουνε
να υψωθούν στο Όλο
Εχθρός εχθρό θα ασπαστεί
χέρι με χέρι η Γνώση
σ’ Αγάπη θα μετουσιωθεί
κόσμου η Ουράνια Ώση!


ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Τέλειωσε το μασκάρεμα
και φάνηκε το χάλασμα

Άδεια και κούφια η ψυχή
κύμβαλο και αλαλαγμοί

Τι μένει τώρα στην πηγή
για να γεμίσει τη ρωγμή

Ανάμνηση και προσταγή
τέλος αγώνα και χαλί!


Η  ΠΛΑΝΗ
Αρχαίος  κι απέθαντος εχθρός
αυτός κι όχι οι άλλοι
οι λίγοι και οι μυστικοί
που βγαίνουν στο σεργιάνι

Ζωύφια είναι κουνιστά
και μαριονέτες για πολλά
φορτώθηκαν στην πάρτη τους
τη δίνη στο κεφάλι τους

Αρχαίος και απατηλός
της ύπαρξής μας ο εχθρός
σάρκα φοράει καθενός
και κρύβεται επιμελώς

Νομίσαμε πως μάθαμε
αλήθειες και σημεία
μα ναι, τα μάθαμε μισά
και τα χωνέψαμε λειψά

Δεν λέω πως δεν γίνηκαν
δεν γίνονται, θα γίνουν
μον λέω πως βαδίζουμε
τον δρόμο που μας στήνουν

Αν έτσι μας εστρώσανε
εμάς να κοιμηθούμε
και αν το ετοιμάζουνε
το αίμα μας να πιούνε

Χρειάζονται εμάς
 πρώτα να μας εβρούνε

Αν δεν μας βρουν
 το χάσανε το στοίχημά τους

Πού’ναι το μίζερο
  κι ανθρώπινο ξεστράτισμα
απ’ τ’ άπειρο, τ’ αθάνατο
και τ’ άφθαρτο σερφάρισμα!!


 ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Μάλλον προσέγγισε η ώρα
ν’ αναδυθούνε τα παληά τα δίκαια στο Τώρα
Τώρα που καταλάγιασε της προσμονής η φόρα
και αχνοφέγγει
η μεστή υπομονής αιώρα
Τώρα που προχωρήσανε οι μέρες στον αιώνα
και μυστικά φανέρωσαν
οι χάρες την πληθώρα
Το νήμα θα το πιάσουνε
Στιγμή στιγμή θα μπούνε
στον Κόσμο που αρνήθηκαν
ν’ ακούσουν να χαρούνε
Θα τον μυρίσουν τον ανθό
το μέλι θα γευθούνε
και τον χορό θα στήσουνε
καμπάνες που ηχούνε!



                          



ΝΕΟΣ  ΚΟΣΜΟΣ














ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Η καρδιά μου….
Μιά αγκαλιά που χωρά όλο τον κόσμο!

Η ψυχή μου….
Περιβόλι
περιστέρια κι ευωδιές!

Και ο νους….
Αυτός η Αγάπη
που υφαίνει τον ιστό
με χρυσό ασήμι κι άστρα
κι ετοιμάζει τον καιρό!

Μη ρωτάς ποιά είμαι εγώ...
Μιά σταγόνα ωκεανός!!




TA EIΣΟΔΙΑ
Πλημμύρα οι ώσεις, οι στιγμές
ξεχείλισαν οι πτώσεις
δώσαν ρυθμό ταλάντωσης
ακραίας συνιστώσης

Τα βράχια τα παρατηρώ
από ψηλά και τα θωρώ
γνώριμα γκρέμια, θυμιατό.
στης ζήσης μου τον θησαυρό

Εδιάβηκα με κουρνιαχτό
τον κόσμο τούτο τον μικρό
την πύλη την επέρασα
την βασιλεία κέρδισα

Τώρα διαβαίνω ουρανό
και συμπληρώνω τον μισό
στον άλλο Κόσμο τον Καλό
τον Ένα και τον Διαλεχτό!


ΑΝΟΙΞΗ
Παλαίστρα λύπης και καϋμών
 χιλιοτραγουδισμένη
επρόσταξες την Άνοιξη
 να έρθει μαγεμένη

Να μη χαθεί ποτέ ξανά
στη λήθη των αιώνων
να φέρει μύρα, ξαστεριά
 και ήχους των αγώνων

Να κατεβούν οι ρίζες της μονάχα
 ως τον Άδη
να γεφυρώσουν με χυμούς
 του Ουρανού τα κάλλη

Αφέντρα μήτρα φλογινή
 φεγγοβολάς στη μνήμη
ξανοίγεις νιους ορίζοντες
 ματώνεις το καντήλι

Ξαναγεννάς Ονείρου Γη
 με πράσινα λιβάδια
με ανοιχτές τις θάλασσες
 με χρώματα, μ’ατλάζια

Φυλάχτηκαν οι στεναγμοί
 στα μαύρα τα σεντούκια
να μη χαθούν παντοτινά
της δυστυχιάς τα ούτια

Σελίδες θε να γίνουνε
 και στίχοι σε τραγούδια

Άλφα και βήτα για παιδιά..
 Κώδικας και Διαθήκη!


Η  ΛΕΞΗ
Ανάμεσα στις μέρες μου
που φλέγονται πετώντας
ξανοίγονται απρόσμενα
 στίχοι λαφροπατώντας
Μια λέξη στροβιλίζεται
στου νου τα άγια μέρη
παρακαλάει για ζωή
κι ανάσα μου γυρεύει
Γονατιστή μου δέσποινα
μου χάραξες το δρόμο
να λέω ναi στην προσταγή
που ψιθυρίζει μόνο
Λογάκια στρώνουν στο χαρτί
ταιριάζονται φιλιούνται
και με βιασύνη περισσή
με την καρδιά απαντιούνται
Συλλαβιστά κι απάντεχα
τα πάντα ξεκινούνε
να ζωγραφίζουν τη Ζωή..
την Πίστη να υμνούνε!


 
Η  ΛΥΓΑΡΙΑ
Νανοστηρίγματα φωτός
μια σκαλωσιά εστήσαν
να φτάσουνε της λυγαριάς
το πιο ψηλό το φύλλο
Αυτή λυγούσε σε χορό
και όλο ξεγλιστρούσε
μια δεξιά και μια ζερβά
και τους κρυφογελούσε
Σαν τέλειωσε το παίδεμα
της μέρας το ξεγέλασμα
αφέθηκε στην αγκαλιά
στο κάλεσμα στη ζεστασιά
Ακτίνες τα χρωμάτισαν
τα φύλλα τα αλλάξανε
σ’ ολόχρυσα και ασημιά
σε μια στιγμή τα βάψανε
Στολίστηκε η λυγαριά
θαύμα μεγάλο στο ντουνιά
εθάμπωσε και την ματιά
με την καινούρια της θωριά!

ΘΑΥΜΑ
Θαύμα που γίνεται κρυφά
και κονταροχτυπιέται
με την αθέατη πλευρά της δίνης
μα κρατιέται
έρχεται πάνω στον αφρό
σύντομα κύμα γίνεται
και στην ακτή ξεχύνεται



ΚΑΣΤΑΛΙΑ  ΚΡΗΝΗ
Τρέξε Χαρά μου κι άκουσε!
φρίττουν κι’ αγάλλονται συνάμα
αγέρωχες χρονοσειρές
στ’ άκριτα μετερίζια
Θάμπος φεγγιά και λάμνισμα
στόχου φεγγαρολίμνη
αντιφεγγίζει σταυρωτά
την Κασταλλία Κρήνη
Αχολογούν αστροφεγγιές
και ήχοι καντηλέρια
στολίζουν τράπεζες με φως
γιορτές πάνω στην ξέρα
Λιάζονται ασταμάτητα
υγρές υπόγειες στάμνες
αδειάζουνε τα λύματα
τα σαπισμένα κρίματα

Σκορπίζουνε αντιλαλιές
απ’ άδειες πια σφηκοφωλιές!


ΣΠΟΝΔΗ
Σήμαντρα  και τραντάγματα
αχολογούν καλή μου
βιάζονται τα κύματα
αφρούς για να ξεβράσουν
Θυμώσανε τα σύμπαντα
στα ψέμματα στις πλάνες
στάχτες αποφασίσανε
ν’ αφήσουνε στις στάμνες
Ώσπου να τις σκορπίσουνε
σπονδή στον Νέο Κόσμο
που μονομιάς θα γεννηθεί
ενάντια στο νόμο
Που θέλησαν οι άρχοντες
τάχατες να τηρούνε δίχως
να στρέφουν πάντοτε
το βλέμμα τους στο Λόγο
 Του τι σημαίνει διδαχή
τι σκιάζει τη φοβέρα
τι σέβεται την αντοχή και
τι διαβαίνει πέρα!


ΟΛΥΜΠΟΣ
Την φαντασία κάλεσα
μαντάτο για να φέρει
από τον Όλυμπο ψηλά
ναρθει να μου μιλήσει
με ήχους γνώριμους
γλυκά να με προϋπαντήσει

Θέλω να στήσω τον χορό
παράγγειλα και τον πυρσό
φόρεσα τα φορέματα
στολίστηκα με στέμματα
ρίγος προσμένω να φανεί
στο σώμα να φανερωθεί

Η μέρα νύχτα έγινε
νύχτωσε  και ξημέρωσε
ο ήλιος χιλιοκύκλισε
γη και φεγγάρι φίλησε
αχτίδες ρόδα κύλισε
πλεξούδα τις ετύλιξε

Ο Δίας προϋπάντησε
κι η Ήρα με συνάντησε
στην Πύλη την πανώρια
που την διαβαίνω Τώρα
να συναντήσω τους θεούς
στου Θησαυρού τη Χώρα

Αυτόν τον Κόσμο διάλεξα
τον έστησα, τον τράνεψα΄
μπήκα στην πέτρα την μαβιά
έχτισα σπίτι με καρφιά
χάραξα μονοκοντυλιά
χρυσασημένια βελονιά

Στον Όλυμπο ανέβηκα
μία φορά κατέβηκα
ξανάστησα τη σκαλωσιά
βήμα τα βήμα σταθερά
να αγναντεύω από ψηλά
και να πατώ στα χαμηλά!


ΦΩΣ
Ελευθερώστε τα πουλιά
ανοίξτε παραθύρια!
ο ήλιος φανερώθηκε
στο θάμπος της Αυγής!

Η πλάση ροδομάγουλη
σκίρτησε σ’ένα γέλιο
μα το’ κρυψε στο πέπλο της
 τ’ αραχνοϋφασμένο

Η Ομορφιά που τραγουδά
τον Ύμνο των Αιώνων
εστόλισε σκορπίζοντας
νότες στις ηλιαχτίδες
κι αυτές αρχίσανε χορό
γλιστρώντας στο μετάξι
πού φτασε μέχρι τα στερνά
τα μύχια και τ’ ανήλια
τα σκοτεινά και τ’ άλογα
τα άκριτα κοντύλια

Η Μουσική εστάλαξε
Λόγου δροσοσταλίδες
στα κύπελα μετάληψη
στα χείλια μελωδίες

Αισθήσεις ξεσηκώθηκαν
ν’ ακούσουνε να δούνε
μιας και γευτήκανε το Φως
με γεύση από μέλι

Τα άστρα φανερώθηκαν
καταμεσής στη μέρα
και το φεγγάρι δώρισε
τ’ ασήμι του στον ήλιο
μιας και το φως που έλαμψε
δε σβήνει πια τη νύχτα

Ο Χρόνος έστησε χορό
φίλησε τη χρονιά του
έσμιξε Μέλλον Παρελθόν
σφιχτά στην αγκαλιά του!


                          



OΛΟΚΛΗΡΩΣΗ










 



ΜΥΗΣΗ
Επίγεια κατάληψη
ουρανομήκους διαδρομής
βαρυτικού πεδίου διάνοιξη
σχίσμα στον χωροχρόνο

Ανακαλεί και προσκαλεί
σύζευξη γενετική
υπό ατόμου αρωγή
σε διεργασία εγκεφαλική

Μυητικό επίπεδο
 σε ύψιστο βαθμό
αναδιατέμνει μαγικά
άγνωστα μονοπάτια

Στη ρίζα μέσα της ζωής
σε χρόνο τέλους και αρχής
μιάς ανατέλλουσας δομής
ανύπαρκτης αρχιτεκτονικής


ΜΥΣΤΙΚΑ
Λιπάσματα ανοϊκά
κοσμοσωτήρια μυστικά
aθόρυβα κι αόρατα
 σηκώσανε μανίκια
πιάσαν δουλειά σταυροπιαστά
και ξεγλιστρούνε ρυθμικά
απ’ του καιρού τη δίνη
xτίζουν υποσtηλώματα
χρυσάστερα πλατώματα
γεφύρια νέα δώματα
βασιλικά καμώματα
Τα υλικά κοσμογενή
τα χρώματα παλιγγενή
σαρώνουνε τα φάσματα
μ’ ακροτελεύτεια μάγματα
Ρυθμίζουνε απανωτά
άτομα, μόρια και λοιπά
τα ξαναβάζουν σε σειρά..
Ώ! Εντροπίας συμφορά!


ΝΙΚΗ
Μετρώ την περιουσία μου
αμέτρητα τα πλούτη
άρτος μου επιούσιος
Aιώνιας Κτίσης Νίκη

Κι’ όμως τα επουράνια
κατέβηκαν στην πλάση
μέρας ζωή εγίνηκαν
στοιβάχτηκαν στα πλάτη

Ο Χώρος γέμισε με Φως
ο Χρόνος κάνει Στάση
αναρωτιέται η καρδιά
πού τάχατες θα φτάσει

Εκεί που η μέρα το μπορεί
το Χέρι να προφτάσει
το Ριζικό νά προβλεφτεί
κι ο Νους να το αλλάξει!


ΝΟΥΣ  ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Νέα αρχή περίτρανη
πανέμορφη πανώρια
σωρεύτηκαν οι θησαυροί
βουνά ορθώθηκαν στο Σύμπαν

Κι αυτό ανοίχτηκε με μιας
μια αγκαλιά γεμάτη
 καρπούς μήλα λωτούς
κι ασίγαστη λαχτάρα για λιμάνι

Ανοίχτηκαν οι Ουρανοί
μα και της Γης τα βάθη
να υπακούν στο άγγιγμα
Νου Άνθρωπου τη Στάση!



Ο  ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΚΤIΝΑΣ
Τα βήματα τα φωτεινά
ορίζουν μονοπάτι
που φεύγει ίσια  στα ψηλά
ν’ ανταμωθεί στην άκρη
με το μεγάλο βασιλιά
στο μέγιστο παλάτι!


ΠΡΟΣΜΟΝΗ
Τρέχουν δεν τρέχω! Hσύχασα!

Νομίζουν ότι κάνουν το πρέπον
απαραίτητο πως είναι να προκάνουν
Τρώνε το βιός τη σάρκα τους
το νου τους ροκανίζουν με μικρομέγαλα δεινά
ζωή την αφανίζουν

Επίγνωση της προσταγής
ανύπαρκτη προσμένει
ώρα και μέρα να διαβεί
καρδιά να ανασαίνει

Το βάθος δυσθεώρατο
πυρήνας
με το σύμπαν τριγύρω του
να σπαρταρά
 στου ελάσσονος τη μοίρα


ΣΙΩΠΗ
Ακούω μύρια διάφορα
προστάγματα καιρών
εξώτερα μηνύματα
χαράγματα φημών
Γυρίζω μέσα ανάποδα
σιωπώ και ανασαίνω
χορεύω ανεπαίσθητα
στον ήχο αναθαρρεύω
Κλειδιά χρυσά και κλειδαριά
φτιαγμένη από μέλι
χρυσογλυκένουνε θερμά
της παγωνιάς τα μέλη
Σφυρίζουνε και τον ρυθμό
που ξεκλειδώνει τ’ άστρα
θωπεύουνε και την καρδιά
μ’ αγγίγματα στα άκρα

Χτίζουν υποστηλώματα
με της σιωπής τα χρώματα!


ΣΩΤΗΡΙΑ
Σε κείνη την άκρη εγώ ξαπόστασα
τον πέρασα τον ποταμό π’ αφρίζει
βρεγμένa ρούχα ξάλαξα με στεγνά
κι άναψα φωτιά για τα θηρία

Διαβάτες απ’ το πουθενά εφάνηκαν
πλησίασαν σιμά και ρώτησαν
πού βρήκα ρούχα
και φωτιά πώς άναψα
αφού ποταμοπνίχτηκα
 κι αιώνες δίνης σώριασα

Κι εγώ τους αποκρίθηκα
 πως πάντοτε ελόγιαζα
την άκρη που ξαπόστασa
νάχει και ρούχα και  φωτιά
και όσα πλείστα ακόμη….
προς τούτο δεν επνίγηκα
 για τούτο δεν εχάθη!


ΤΟ  ΣΠΙΤΙ  ΜΟΥ  Η  ΓΗ

Πλανήτης Γη
και αστρική  σκόνη
από το Σύμπαν
συνθέτουνε περίτρανα
το πατρικό το χώμα
αυτό που με ανέθρεψε
με θρέφει, θα με θρέφει
κι εγώ μ’ αγάπη το τιμώ
βαθιά απ’ την καρδιά μου
Το διάλεξα το σπίτι μου
κατέβηκα, μ’ αρέσει
zω κι αναπνέω ολογυρίς
ήλιο φεγγάρι ζέω
Ζυμώθηκα ανατολή
ζύμωσα με τη δύση
φούσκωσα νύχτα το ψωμί
το έψησα στη ζήση

Χρόνος που πέρασε θαρρείς
αρχίζει μόλις Τώρα

Χαμογελώ στην χρυσαυγή
ριγώ στον πρωταγέρα
καλοσωρίζω τη βροχή
φυσώ ρυθμό φλογέρα

Σώμα  Πατρίδα  Μάνα Γη
Ζω και Τιμώ
Πατέρα!




ΤΩΡΑ
Ναι!
Τώρα το ζω το ιερό μου τώρα!
Τώρα το μόνο που ζητώ
είναι αυτό το τώρα
Αυτό που αναπαύεται
στης μέρας την αιώρα
Αυτό που αυτοδοξάζεται
στης προσευχής την ώρα
Αυτό που χαριεντίζεται
με του καιρού τη φόρα
Αυτό που ζει δε χάνεται
και παίρνει ανηφόρα
Η σκέψη και η αίσθηση
είναι στο πάντα τώρα
Κι εγώ αιώνια στο παρόν!
Το μέλλον και το παρελθόν
είναι δικά μου Τώρα!